Εμφανιζόμενη ανάρτηση

"Η Αρκούδα", trailer

Σουρούπωνε. Βάδιζε στο δάσος. Δεν ήταν μόνος. Ένιωθε το σφυγμό χιλιάδων πλασμάτων. Ήξερε ότι ήταν όλα γεννημένα από την ίδια ουσία, το ί...

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017

Συνέντευξη του Νικόλα Σπανού στο θέατρο.gr, από την Αθηνά Κακλαμάνη


 "Δεν υπάρχει μονοπάτι για την αλήθεια, δεν υπάρχει μέθοδος, δεν υπάρχει συνταγή. Στο θέατρο έχεις μόνο το σώμα σου και τη φωνή σου και η εργασία, ή πράξη δείχνουν το δρόμο. [...] Μέσα στο θέατρο, στο μισοσκόταδο, ηθοποιοί και θεατές, προσκεκλημένοι όλοι, σε τούτη τη ζωντανή αναίμακτη θυσία, είναι σκιές που ταξιδεύουν προς το φως, προς την έξοδο της σπηλιάς. 
Απουσιάζει το Εγώ.
Συμβαίνει, λοιπόν, μια επίγνωση, μια συνομιλία βουβή, μια τριαδική συνομιλία: ως προς τον εαυτό μου, ως προς τον άλλον, ως προς το άγνωστο, το επέκεινα, το Θεό. Αυτή η επίγνωση γεννά ένα ύφος αλλιώτικο, ο μάρτυρας θυμάται ότι είναι άνθρωπος, όχι μόνο ζώο. Έστω για λίγο, έχει υπερβεί την κτηνώδη υλική του φύση. Και στο τέλος ξεπηδά μια χαρά, ανείπωτη χαρά που ξεσπά σε γιορτή, μια μέθεξη που σε σπρώχνει να μοιραστείς τα πάντα με τους άλλους. 
Αυτή είναι η αρετή και η γιορτή. "


ή συνεχίστε την ανάγνωση σας εδώ:

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ TOY ΝΙΚΟΛΑ ΣΠΑΝΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ «ΑΡΚΟΥΔΑ» ΤΟΥ ΑN. ΤΣΕΧΩΦ ΣΤΟ ΤΕΧΝΟΧΩΡΟ «ΦΑΜΠΡΙΚΑ»Tης Αθ. Κακλαμάνη

Καλησπέρα και καλώς ήρθατε στο site μας. Τι σας έκανε να ασχοληθείτε με τον Τσέχωφ; Τι βρίσκετε σε αυτόν;

Καλησπέρα και σε εσάς, χαίρομαι που μας δίνεται η ευκαιρία να μιλήσουμε για πράγματα που αγαπάμε. Να μιλήσουμε για το θέατρο.
Μελετώ χρόνια τον Τσέχωφ, και παρόλο που του έχω αδυναμία και τον αγαπώ πολύ, είναι η πρώτη φορά που τολμώ να ανεβάσω έργο του. Θα μπορούσα να μιλώ ώρες για τον Τσέχωφ, αλλά θα σταθώ στα απολύτως αναγκαία.
Πρώτα απ’ όλα ο ίδιος θεωρεί ότι στο θέατρο δεν δείχνουμε τη ζωή όπως είναι, ή όπως θα έπρεπε να είναι αλλά όπως εμφανίζεται στα όνειρά μας, ακόμη και αν αυτά είναι εφιάλτες.
Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ότι αυτή η οπτική δημιουργεί a priori μια αισθητική θέση, ή μάλλον μια αισθητική φύση. Στον Τσέχωφ τίποτα δεν είναι τραγικό χωρίς να είναι ταυτόχρονα κωμικό και το αντίστροφο. Όλα παίζονται στις λεπτομέρειες και υπάρχει έντονα μια χαρμολύπη.

Ποια στοιχεία του μονόπρακτου «Αρκούδα» σας οδήγησαν στην επιλογή του;

Τα ατού της «Αρκούδας» είναι ο έρωτας και ο θάνατος. Χωρίς έρωτα δεν μπορείς να ζήσεις, πεθαίνεις. Η Πόποβα δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τον εκλιπόντα σύζυγό της, και ως άλλος Ορφέας αποφασίζει να πεθάνει, να κατέβει στον Άδη για να τον συναντήσει· ώσπου εμφανίζεται ο Σμιρνόφ, προδομένος κι εκείνος από έρωτα και ταγμένος μισογύνης, την ερωτεύεται και της κλέβει την καρδιά.
Ειρωνεία, λοιπόν: εδώ οι άνθρωποι κάνουν σχέδια και ο Θεός γελάει. Πλάνες του μυαλού; Πλάνες των ηρώων; Στην αρχή πίστευα ότι έχουμε να κάνουμε με πλάνες, ότι φταίνε οι σκέψεις με λίγα λόγια, αλλά με τις πρόβες διαπίστωσα άλλα.
Μου αποκαλύφθηκαν πράγματα που δεν περίμενα. Πρόκειται για ακραίους ήρωες. Το γέλιο δεν προκύπτει από τα παθήματα των ηρώων αλλά από την ακραία σύγκρουση, την ανήθικη, που το αποτέλεσμα της είναι ηθικό. Μια σύγκρουση που επιτρέπει το παιχνίδι, έχει βάση το παιχνίδι και η αποκάλυψη είναι ότι ο ήρωας, σαν δύτης, καταδύεται στα βάθη του εαυτού του και ανασύρει το σύμπτωμα, το απογυμνώνει και του δίνει μορφή με το σώμα του και με το λόγο του.
Στον Τσέχωφ τίποτα δεν είναι χλιαρό. Στην Αποκάλυψη του Ιωάννη λέει ο Ευαγγελιστής: «Γνωρίζω τα έργα σου, δεν είσαι ούτε κρύος, ούτε ζεστός, χλιαρός είσαι και θα σε φτύσω». Στην «Αρκούδα» τίποτα δεν είναι χλιαρό. Δυστυχώς, φοβάμαι ότι δεν μπορούμε να εξαντλήσουμε όλα τα θέματα σε τούτη τη συζήτηση. Συνοψίζω λέγοντας ότι την «Αρκούδα» διαχέει ο ειρωνισμός, η χαρμολύπη, η συμπόνια του συγγραφέα, απογυμνωμένη από οποιαδήποτε διάθεση κριτικής ή απόρριψης των ηρώων.
Είναι ένας έρωτας που καταργεί το ρεαλισμό, την αμεσότητα και την εξομολόγηση. Μαγεία. Είναι οξύμωρο αλλά αυτό είναι το μεγαλείο του Τσέχωφ: μια καινοτομία που κρατά ως σήμερα.

Θεωρείτε ότι η «Αρκούδα» είναι ένα έργο επίκαιρο;

Επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε και διαχρονικό, αλλά γιατί; Ιδού το ερώτημα. Η εποχή μας είναι βαθύτατα «ψυχολογική». Υποφέρουμε από έναν ψυχολογικό ρεαλισμό, από το Εγώ. Η κυριαρχία του Εγώ παντού. Υποφέρουμε από την αμεσότητα από την ωμότητα, ενώ η εσωστρέφεια θεωρείται αδυναμία. Έχουμε χορτάσει από τόσο πολύ Εγώ· από τόσο αφόρητο ρεαλισμό. Έχει χαθεί κάθε υπαινιγμός, σινιάλο, τελετουργία, μεταμφίεση, ιερότητα, όλα είναι φόρα παρτίδα. Τόσο πολύ που σε πιάνει αποστροφή. Ο Τσέχωφ, γιατρός ο ίδιος, μελετάει την ψυχή όπως το σώμα. Θέλει να γιατρέψει τις ψυχές που αιμορραγούν, Αγαπάει και αγκαλιάζει τον άνθρωπο. Αναγνωρίζει το μεγαλείο της ανθρώπινης ύπαρξης, εκεί είναι η ομορφιά του. Γιατί αναδεικνύει το μεγαλείο του πεσμένου ανθρώπου, τόσο υπόγεια, τόσο υπαινικτικά. Δεν είναι, λοιπόν, διαχρονικό αυτό, δεν είναι επίκαιρο αυτό, όταν ένας πεσμένος άνθρωπος βρίσκει λίγη γαλήνη, όταν μια φουρτουνιασμένη καρδιά, ένα μυαλό σε τρικυμία ειρηνεύει;

Ποιοί οι στόχοι του έργου κατά τη γνώμη σας; Τι θέλετε εσείς να πετύχετε επί σκηνής;

Οι στόχοι, δυστυχώς, είναι απατηλοί. Μοιάζουν με συνταγές μαγειρικής, με φο μπιζού που γυαλίζουν στις βιτρίνες. Θα απαντούσα ότι εργάζομαι με ένστικτο και αίσθημα. Δεν έχω στόχους γιατί εύκολα κινδυνεύω από πλάνες, κινδυνεύω να πάρω τον εαυτό μου στα σοβαρά. Όπερ σημαίνει, πρόβες, πρόβες και επανάληψη, όταν έχω ερωτευτεί ένα κείμενο το αφουγκράζομαι, αφήνω να μου μιλήσει, και όταν ανακαλύπτω ότι αυτό που νοιώθω μέσα μου, το αναγνωρίζω μπροστά μου, μου το φανερώνουν οι ηθοποιοί, είμαι σε καλό δρόμο. Δεν υπάρχει μονοπάτι για την αλήθεια, δεν υπάρχει μέθοδος, δεν υπάρχει συνταγή. Στο θέατρο έχεις μόνο το σώμα σου και τη φωνή σου και η εργασία, ή πράξη δείχνουν το δρόμο. Η παράσταση είναι εξέλιξη της πρόβας, δεν σταματά, συνεχίζει, είναι ένα εργαστήρι. Αν συμβαίνει μια μαρτυρία επί σκηνής, μια αποκάλυψη, τότε οι θεατές, οι προσκεκλημένοι είναι μάρτυρες. Με λίγα λόγια, συμμετέχουν σε μια θυσία, αν μου επιτρέπεται να πω, μια αναίμακτη θυσία και τότε το θέατρο ξαναβρίσκει την υπόσταση του. Αφηγείται ως παραβολή την ιστορία, βρίσκει τον τελετουργικό του χαρακτήρα, την ιερότητα, το σινιάλο, τη χειρονομία, τη μεταμφίεση, που όλα αυτά κρύβουν μια αλήθεια, ένα μέρος της αλήθειας καλύτερα, ένα ίχνος που έρχεται απ’ το σκοτάδι στο φως. Μέσα στο θέατρο ,στο μισοσκόταδο, ηθοποιοί και θεατές, προσκεκλημένοι όλοι, σε τούτη τη ζωντανή αναίμακτη θυσία, είναι σκιές που ταξιδεύουν προς το φως, προς την έξοδο της σπηλιάς. Απουσιάζει το Εγώ.
Συμβαίνει, λοιπόν, μια επίγνωση, μια συνομιλία βουβή, μια τριαδική συνομιλία: ως προς τον εαυτό μου, ως προς τον άλλον, ως προς το άγνωστο, το επέκεινα, το Θεό. Αυτή η επίγνωση γεννά ένα ύφος αλλιώτικο, ο μάρτυρας θυμάται ότι είναι άνθρωπος, όχι μόνο ζώο. Έστω για λίγο, έχει υπερβεί την κτηνώδη υλική του φύση. Και στο τέλος ξεπηδά μια χαρά, ανείπωτη χαρά που ξεσπά σε γιορτή, μια μέθεξη που σε σπρώχνει να μοιραστείς τα πάντα με τους άλλους. Αυτή είναι η αρετή και η γιορτή. Άλλωστε, τι σημαίνει η λέξη «ηθοποιός»: ποιώ ήθος, έτσι δεν είναι, αυτό δεν σημαίνει;
Φάτε και πιείτε, λοιπόν, είναι πλούσιο το τραπέζι. Γιορτάστε χαρά μεγάλη και πορεύεστε εν ειρήνη, γιατί μόλις βγείτε πάλι στο δρόμο, στη ζωή, θα συντελεστεί η προδοσία που ξέρετε: η καθημερινότητα, η ωμότητα, ο εγωισμός, ο ανταγωνισμός, ο φθόνος και όλα τα συναφή.

Πείτε μας λίγα λόγια για το χώρο που επιλέξατε για να ανεβάσετε την παράστασή σας.

Το θέατρο Φάμπρικα είναι ένας μικρός υπόγειος χώρος πενήντα θέσεων. Μοιάζει με κρύπτη. Τα καθίσματα είναι σε απόσταση αναπνοής από τη σκηνή. Αυτό μου άρεσε. Οι θεατές είναι τόσο κοντά που λίγο θέλουν να πηδήξουν στο σανίδι και οι ηθοποιοί τούς περιμένουν με ανοιχτά τα χέρια να τους πάρουν αγκαλιά. Με αυτόν τον τρόπο ελαχιστοποιείται η απόσταση, θεατές και ηθοποιοί είναι ένα. Κάθε τι που συμβαίνει είναι κοντά και μπορεί κανείς να το αγγίξει. Μια μέρα ο Σμιρνόφ, Μιχάλης Ζαχαρίας, πέταξε τη μπότα του και κείνη χώθηκε ανάμεσα στους θεατές. Μετά την έψαχνε να την φορέσει αλλά δεν την έβρισκε. Τότε σηκώθηκε διακριτικά μια κυρία, την είχε βρει και πήγε και την ακούμπησε στη σκηνή, στο σανίδι. Θα μπορούσα να αναφέρω και άλλα παρόμοια περιστατικά, αλλά θεωρώ ότι το μήνυμα έχει περάσει.

Ποιος ο ρόλος του θεάτρου και της Τέχνης εν γένει σήμερα; Ποιο το καθήκον του ηθοποιού;

Στο θέατρο κρύπτη, λοιπόν, στα έγκατα της γης λαμβάνει χώρα ένα δρώμενο, ένα μυστήριο, ένα ταξίδι στο όνειρο. Μια άμεση εμπειρία Εδώ και Τώρα. Σήμερα, το θέατρο, για να ξαναβρεί την αληθινή του υπόσταση, την ιερότητα και το μυστήριό του, την τελετουργία και τη γιορτή που αναβλύζει μέσα από αυτήν την εμπειρία οφείλει να κρυφτεί μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα. Έτσι μόνο θα χαθεί η κατάρα της κοσμικότητας και η δυναστεία του χρήματος.
Ο ηθοποιός, κατά τη δική μου γνώμη, οφείλει να τιμήσει αυτό που δηλώνει το όνομά του, «ηθοποιός». Στην ελληνική αρχαιότητα το όνομα δηλώνει τη φύση και όχι τη θέση. Όπερ σημαίνει, «ἦθος ποιεῖν» αλλιώς, αν δεν είναι αυτό, σημαίνει «πάθος ποιεῖν», δηλαδή αντί για φύση έχουμε θέση, αντί για ηθοποιό έχουμε παθοποιό. Αυτή είναι η αφετηρία, χρόνια τώρα, αλλά δυστυχώς, υπάρχουν πολλές σειρήνες και χάνεται ο δρόμος. Ισχύει, επομένως, και εδώ το «πολλοί οι κλητοί αλλά λίγοι οι εκλεκτοί».

Επιλέξατε αντί εισιτηρίου να βάλετε ελεύθερη συνεισφορά του θεατή. Τι σας οδήγησε στην επιλογή αυτή;

Επιλέξαμε την ελεύθερη συνεισφορά αντί εισιτηρίου για να δώσουμε τη δυνατότητα να έρθουν περισσότεροι άνθρωποι που αγαπούν το θέατρο αλλά δυσκολεύονται και πιστέψτε με, είναι πολλοί. Δεν υπάρχει δυσκολία να έρθει κανείς στο θέατρο· κι αν ακόμη δεν διαθέτει χρήματα, μας τιμά με τη αγάπη του και τη χαρά του. Οι θεατές πάντα έρχονται φορτωμένοι με τα δώρα τους και εκτός των χρημάτων που ρίχνουν στο καπέλο, φέρνουν πίτες, λικέρ, κρασί, ουίσκι. Το πιστεύετε; Μια αληθινή γιορτή. Μας αγκαλιάζουν, μας φιλούν, οι ντροπαλοί μας σφίγγουν το χέρι και εμάς μας πλημμυρίζει η συγκίνηση.

Μια ευχή και μια πρόβλεψη για τη φετινή θεατρική σεζόν.

Δεν μου αρέσουν οι προβλέψεις αλλά δεν ανησυχώ διόλου για το θέατρο. Γιατί να ανησυχώ άλλωστε με τόσα θέατρα ολόγυρα, με 250 παραστάσεις γεμάτες κόσμο. Αυτό κάτι σημαίνει. Υπάρχει ποικιλία, τόσα φυτά που ανθίζουν, υπάρχει τόσο πάθος και ενέργεια, τόσο άφθονο ταλέντο, που δικαιωματικά στην Αθήνα ανήκει ο τίτλος της πρωτεύουσας του θεάτρου παγκοσμίως. Δεν είναι μόνο ή γενέτειρα αλλά και ο ομφαλός του θεάτρου. Εμείς σ’ αυτήν την πόλη ζούμε σαν άλλοι ελεύθεροι πολιορκημένοι, και εδώ θα δοθεί η απάντηση για τον ελληνισμό, εδώ το θέατρο συνεισφέρει, γιατί υφαίνεται μυστικά και αθόρυβα το ρούχο του μέλλοντος. Όσο ονειρευόμαστε και ζούμε τα όνειρα μας δεν υπάρχει φόβος. Τα όνειρα και την ψυχή μας δεν μπορούν να μας τα κλέψουν. Κάποιοι έκλεψαν μόνο τα όβολα, αυτοί έχουν τα όβολα κι εμείς τα όνειρα. Ευχόμαστε, όμως, και γι αυτούς, να έρθουν στο θέατρο, μήπως ντεραπάρει η καρδιά τους, νιώσουν λίγη αθωότητα, λίγη αρετή, μήπως γιορτάσουν μαζί μας και ξεχάσουν τα όβολα. Δεν θα μπορούσα να κλείσω καλύτερα την όμορφη συζήτησή μας παρά θυμίζοντας αυτό που εσείς γράψατε ως κατακλείδα της παρουσίασης σας, αφού είδατε την παράστασή μας: «Άσε, λοιπόν, τη χαρά να πλημμυρίσει την ψυχή σου, ταξιδιώτη και απόλαυσε την περιπλάνησή σου».
Σας ευχαριστώ θερμά, Αθηνά, και εύχομαι και σε σας υγεία, δύναμη και να συνεχίσετε να υπηρετείτε πάντα με λογισμό και όνειρο το θέατρο.


Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2017

Ήρθαν, Είδαν, Έγραψαν: θέατρο.gr

"Η Αρκούδα", του Αντον Τσέχωφ μέσα από τα μάτια της Αθηνάς Κακλαμάνη, συντάκτριας του θεατρικού περιοδικού, θέατρο.gr

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ «ΑΡΚΟΥΔΑ» ΤΟΥ Α. ΤΣΕΧΩΦ ΣΤΟ ΤΕΧΝΟΧΩΡΟ «ΦΑΜΠΡΙΚΑ»
Της Αθ. Κακλαμάνη
Το μονόπρακτο του Τσέχωφ «Αρκούδα» συνιστά ένα κωμικό έργο στο οποίο σπάνια αποδίδεται αυτοτελής προσοχή, αφού συνήθως παρουσιάζεται στο κοινό συνοδεία των μονόπρακτων συναφούς περιεχομένου «Επέτειος» και «Πρόταση γάμου». Εμείς το παρακολουθήσαμε αυτοτελώς στο Τεχνοχώρο «Φάμπρικα» και εντυπωσιαστήκαμε από το συνδυασμό της ρωσικής εσωτερικότητας και του γαλλικού σκέρτσου του 19ου αιώνα. 

Η παράσταση αφορά την ιστορία μιας περίλυπης χήρας, η οποία καίτοι πληγώθηκε και απατήθηκε από τον αποθανόντα σύζυγο της, αυτή συνεχίζει να τον αγαπά και ορκίζεται να μην ξαναβγεί από το σπίτι, το οποίο γίνεται ο τάφος της. Την απόφασή της αυτήν διαταράσσει η επίσκεψη ενός άντρα, ο οποίος ισχυρίζεται ότι ο νεκρός της σύζυγος του χρωστά κάποια χρήματα. Έντονος, παρορμητικός και οξύθυμος προκαλεί την οργή και τον έρωτα της χήρας, η οποία αρχίζει να επανασυνδέεται με τη ζωή μέσα από τη τεταμένη σχέση τους.
Έντονος ρομαντισμός, που αμφισβητεί όλους τους κανόνες, τη τυποποίηση, τις ηθικές αξίες του κλασσικού παρελθόντος και γενικά της παράδοσης, τοποθετεί στη θέση όλων αυτών το συναίσθημα, τη φαντασία, το απόλυτο, το υπερβολικό και το συγκινησιακό. Σε ότι αφορά τη θεματογραφία, υπάρχει κατ’ αρχήν μια ιδιαίτερη επιμονή στο «εγώ» του ήρωα, ένας έντονος, δηλαδή, ατομικισμός και εγωκεντρισμός. Πρόκειται για μια κωμική ιστορία, η οποία συνιστά ωδή στην ίδια τη χαρά της ζωής και την αισιοδοξία. Οι χαρακτήρες είναι υπερβολικοί, αγγίζοντας τα όρια της καρικατούρας, ενώ όλο το έργο έχει χαρακτηριστεί «extravaganza σε μια πράξη» από το Βρετανό σύνθετη και δημιουργό της ομώνυμης όπερας W. Walton. Τέλος, το έργο αυτό του Τσέχωφ επιτυγχάνει να αποτυπώσει με τρόπο ευχάριστο, λυρικό και ποιητικό τη σχέση των δύο φύλων (=θέατρο των σχέσεων), η οποία μέσω μιας συνεχούς αντιπαράθεσης οδηγείται στα άκρα του μίσους ή του έρωτα, της μονομαχίας ή του γάμου.
Όλα τα παραπάνω αποτυπώθηκαν με πολύ όμορφο, ακριβές και προσεγμένο τρόπο από τον Νικόλα Σπανό, ο οποίος άγγιξε το μονόπρακτο αυτό με τρομερή ευαισθησία και σεβασμό. Λιτό, άμεσο, χωρίς περίπλοκα σχήματα ή χρήση περιττών εκφραστικών μέσων, μεταφέρει στο θεατή τη ρωσική πρόζα, η οποία, ωστόσο, θυμίζει κάτι το έντονα ελληνικό. Ως εκ τούτου, ο θεατής συνδέεται με έναν τρόπο με τους ηθοποιούς, οι οποίοι γίνονται το στόμα του μεγάλου δημιουργού και το θέατρο μετατρέπεται σε μαγεία. Η ερμηνεία των ηθοποιών χαρακτηρίζεται από πρόζα και αποστασιοποίηση (Μπρεχτ), επιτυγχάνοντας την αποτύπωση της κωμικότητας του έργου. Πλαστικότητα και δυναμισμός είναι ακόμα δυο στοιχεία της ερμηνείας των τριών ηθοποιών, από τους οποίους ξεχωρίσαμε ιδιαίτερα τον Κ. Μπλάθρα, ο οποίος αν και έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο –εκείνον του υπηρέτη της όμορφης χήρας –καταφέρνει να του δώσει άλλη δυναμική, αναδεικνύοντας πολλές πτυχές του χαρακτήρα του ήρωα. Παρ’ όλα αυτά, ιδιαίτερα εντυπωσιακός ήταν και ο Μ. Ζαχαρίας , γοητευτικός και ταυτόχρονα πολύ κωμικός και ευχάριστος, καθώς και η Κ. Τσακανάκη, η οποία σαν αερικό, σα νύμφη, φορά με λυρισμό το ρόλο της σαν ένα βελούδινο γάντι.
Η παράσταση, λοιπόν, «Αρκούδα» του Νικόλα Σπανού είναι μια ιδιαίτερα πετυχημένη πρόταση, για την οποία η πρώτη λέξη που μου έρχεται στο μυαλό είναι: «ομορφιά». Καλλιτεχνική και εικαστική αρτιότητα, συγκεκριμένο ύφος και στυλ που θυμίζει σε οριακό βαθμό commedia dell’arte, καταφέρνει να δώσει στην παράσταση χαρακτήρα και άποψη, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, με μόνο μέσο την μελέτη του Τσέχωφ. Ως εκ τούτου, πρόκειται για κάτι πηγαία όμορφο και καλλιτεχνικό, που απευθύνεται παράλληλα στο ευρύ κοινό. Το φιλολαϊκό αυτό χαρακτήρα της παράστασης, ενισχύει και η απόφαση της ομάδας να μη βάλει εισιτήριο, αλλά ελεύθερη συνεισφορά του θεατή και τη χαρά του …στο καπέλο!
Ρομαντισμός, κωμικότητα, προσωπικότητα και καλλιτεχνικό ήθος ανέδειξαν την παράσταση «Αρκούδα» σε ένα θέαμα που δεν πρέπει να χάσετε! «Άσε», λοιπόν, «τη χαρά να πλημμυρίσει τη ψυχή σου, ταξιδιώτη, κι απόλαυσε την περιπλάνησή σου» (Ούλαντ).

ΤΕΧΝΟΧΩΡΟΣ «ΦΑΜΠΡΙΚΑ» (Μεγ. Αλεξάνδρου 125 & Ευρυμέδοντος, 6932536788)

Σκηνοθεσία/ Διασκευή: Νικόλας Σπανός
Μουσική: Θέμης Τελόγλου
Σκηνικά/κοστούμια: Βασιλική Σπανού
Ερμηνεύουν: Μιχάλης Ζαχαρίας, Κατερίνα Τσακανάκη, Κων/νος Μπλάθρας
Διάρκεια: 90’
Εισιτήριο: Ελεύθερη συνεισφορά του θεατή
Πληροφορίες: 
Η κριτική δημοσιεύτηκε στο θέατρο.gr. 
Σύνδεσμος: https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=1213701385409701&substory_index=0&id=391673780945803

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2017

Ήρθαν, Είδαν, Έγραψαν: MerkerOnline

Και η πρώτη κριτική του έργου ήρθε από το αυστριακό σάιτ Merker και τον θεατρολόγο/κριτικό τέχνης Ingo Starz:
 "Ο σκηνοθέτης Νικόλας Σπανός συνδυάζει τη ρώσικη μελαγχολία και τη γαλλική σπιρτάδα...":


Παραθέτουμε την ελληνική μετάφραση:

Αθήνα, Tεχνοχώρος Φάμπρικα, Θεατρική Συλλογικότητα Νικόλα Σπανού: «Η Αρκούδα», του Αντόν Τσέχωφ.

Εκεί που πέφτει η αγάπη


Τα δράματα του Τσέχωφ καταλαμβάνουν, έως και σήμερα, μια σταθερή θέση στα θεατρικά προγράμματα. Αυτό συμβαίνει και στην Ελλάδα, όπως ακριβώς και στις γερμανόφωνες χώρες. Οι άνθρωποι της Αθήνας φέρουν τις εγγραφές, τα βιώματα από τον αντίκτυπο της κρίσης, έτσι σημαδεμένοι ίσως νιώθουν πιο βαθιά και διαφορετικά τις εμμονές και τις επιθυμίες των τσεχωφικών χαρακτήρων. Σχεδόν παντού στην ελληνική πρωτεύουσα υπάρχουν θεατρικές σκηνές. Η πολιτιστική σκηνή ανθεί.
Ο Τεχνοχώρος Φάμπρικα είναι ένας συνδυασμός καφέ-μπαρ και θεάτρου, δύο σε ένα· ιδρύθηκε πριν από μερικά χρόνια από ένα ζευγάρι ηθοποιών. Προσφέρει στις θεατρικές ομάδες έναν ελκυστικό χώρο για να υλοποιήσουν τις παραστάσεις τους.
Η θεατρική συλλογικότητα του Νικόλα Σπανού παρουσιάζει τώρα εκεί ένα από τα πρώτα μονόπρακτα του Τσέχωφ, «Η Αρκούδα», ένα έργο γραμμένο το 1888. Ο συγγραφέας περιγράφει το έργο του ως αστείο και μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει τον όρο αυτό εάν αντιληφθεί πως ο συγγραφέας συγκεράζει στο έργο του την γαλλική παράδοση στην κωμωδία και την ρωσική ψυχή. Ο τόπος του δράματος είναι αντίστοιχος με εκείνους σε μεταγενέστερα έργα του Τσέχωφ: μια φάρμα στη ρωσική ύπαιθρο. Όμως, η κατάσταση διαφέρει. Δύο χαρακτήρες συντετριμμένοι από τη ζωή συγκρούονται· δύο εκκεντρικοί άνθρωποι, θα έλεγε κανείς, η γαιοκτήμονας-χήρα Έλενα Ιβάνοβνα Πόποβα και ο υπολοχαγός Γκριγκόρι Στεπάνοβιτς Σμιρνόφ. Εκείνη, ένα χρόνο μετά το θάνατο του συζύγου της, βουτηγμένη ακόμη στον θρήνο. Ενώ εκείνος εγκλωβισμένος από τα χρέη. Ο Σμιρνόφ της επιτίθεται βάρβαρα διεκδικώντας τις οφειλές του αποθανόντος συζύγου της και αρνείται να αποχωρήσει δίχως την αποπληρωμή τους, φτάνοντας στο τέλος να την προκαλέσει σε μονομαχία. Αντί αυτού, όμως, καταλήγουν να προσεγγίζουν ο ένας τον άλλον προς μεγάλην έκπληξη του σοφού υπηρέτη Λουκά. Η αλλόκοτα κωμική και συνάμα μελαγχολική υπόθεση εύκολα εκλαμβάνεται ως αστεία, έχοντας μια νότα κοινωνικής κριτικής.
Ο σκηνοθέτης Νικόλας Σπανός δημιούργησε ένα εκπληκτικό σύμπαν από μικρές λεπτομέρειες, αντλώντας από την εποχή και τις συνθήκες συγγραφής του έργου, και τις αναδεικνύει ισορροπώντας τέλεια μεταξύ ρωσικής εσωστρέφειας και γαλλικής σπιρτάδας. Είναι μια απόλαυση να βλέπει κανείς πώς η Πόποβα και ο Σμιρνόφ περιτριγυρίζουν ο ένας τον άλλον σαν πληγωμένα ζώα, παραμονεύουν, έλκονται και απωθούνται. Ο Σπανός ανέπτυξε μια εντυπωσιακή χορογραφία των σωμάτων συμπεριλαμβάνοντας και τον υπηρέτη Λουκά. Στον ρυθμό των μεταβαλλόμενων αστερισμών συντονίζονται με ακρίβεια οι εναλλαγές στην εκφορά του λόγου: από τον οικείο ψιθυρισμό ως την τραχιά κραυγή, υπάρχουν όλα. Οι ηθοποιοί, Κατερίνα Τσακανάκη ως Πόποβα, Μιχάλης Ζαχαρίας ως Σμιρνόφ και Κωνσταντίνος Μπλάθρας ως Λουκάς μεταφέρουν στο σανίδι τη σύλληψη του σκηνοθέτη με εξαιρετικές ερμηνείες. Ο σκηνοθέτης δημιουργεί από την πρώτη συνάντηση των ηθοποιών Τσακανάκη και Ζαχαρία μια υπόκωφη ένταση, την οποία ενδυναμώνει και απελευθερώνει εναλλάξ, γεγονός που αποκαλύπτει την υψηλή τέχνη του. Έτσι, τα τεκταινόμενα μένουν πάντα ελαφρώς μετέωρα. Η Βασιλική Σπανού δημιούργησε με τα κουστούμια και τα σκηνικά αντικείμενα ένα σκηνικό που με εύστοχους συμβολισμούς υπογραμμίζει τη δράση και το κρυφό της νόημα. Ο καναπές ανάμεσα στην καρέκλα, που προορίζεται για τους καλεσμένους, και την ορφανή θέση του αποθανόντος: δημιουργείται μια εικόνα που υπηρετεί την κεντρική ιδέα της δράσης και γι αυτό ολοκληρώνεται με τη σκηνή όπου ο Σμιρνόφ, στην απόπειρα του να κρυφτεί πίσω από το τραπέζι με τη φωτογραφία του μακαρίτη, ρίχνει τη φωτογραφία και ξαφνικά ξεπροβάλλει στη θέση της το δικό του κεφάλι. Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει πολλές άλλες τέτοιες λεπτομέρειες. Η μουσική του Θέμη Τελόγλου συμπληρώνει και διευρύνει με τους ήχους της με τον πιο ταιριαστό τρόπο τη σκηνική δράση. Η μουσική, διακριτική υφολογικά, χαρίζει στη δράση δομή και ανάσες. Στο τέλος, η μουσική μας παρασύρει σε έναν χορό και η ένταση απελευθερώνεται. Τέλος, θα πρέπει να δώσω συγχαρητήρια στον Πολυδεύκη Κυρλίδη για τους φωτισμούς του.
Ο Νικόλας Σπανός και η ομάδα του πετυχαίνουν μια συγκινητική και δροσερή παράσταση.

Δύσκολα κανείς εξέρχεται από αυτήν τη θαμβωτική κατάσταση με αυτήν την αλλόκοτα υπέροχη παραγωγή.