Εμφανιζόμενη ανάρτηση

"Η Αρκούδα", trailer

Σουρούπωνε. Βάδιζε στο δάσος. Δεν ήταν μόνος. Ένιωθε το σφυγμό χιλιάδων πλασμάτων. Ήξερε ότι ήταν όλα γεννημένα από την ίδια ουσία, το ί...

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2017

Ήρθαν, Είδαν, Έγραψαν: MerkerOnline

Και η πρώτη κριτική του έργου ήρθε από το αυστριακό σάιτ Merker και τον θεατρολόγο/κριτικό τέχνης Ingo Starz:
 "Ο σκηνοθέτης Νικόλας Σπανός συνδυάζει τη ρώσικη μελαγχολία και τη γαλλική σπιρτάδα...":


Παραθέτουμε την ελληνική μετάφραση:

Αθήνα, Tεχνοχώρος Φάμπρικα, Θεατρική Συλλογικότητα Νικόλα Σπανού: «Η Αρκούδα», του Αντόν Τσέχωφ.

Εκεί που πέφτει η αγάπη


Τα δράματα του Τσέχωφ καταλαμβάνουν, έως και σήμερα, μια σταθερή θέση στα θεατρικά προγράμματα. Αυτό συμβαίνει και στην Ελλάδα, όπως ακριβώς και στις γερμανόφωνες χώρες. Οι άνθρωποι της Αθήνας φέρουν τις εγγραφές, τα βιώματα από τον αντίκτυπο της κρίσης, έτσι σημαδεμένοι ίσως νιώθουν πιο βαθιά και διαφορετικά τις εμμονές και τις επιθυμίες των τσεχωφικών χαρακτήρων. Σχεδόν παντού στην ελληνική πρωτεύουσα υπάρχουν θεατρικές σκηνές. Η πολιτιστική σκηνή ανθεί.
Ο Τεχνοχώρος Φάμπρικα είναι ένας συνδυασμός καφέ-μπαρ και θεάτρου, δύο σε ένα· ιδρύθηκε πριν από μερικά χρόνια από ένα ζευγάρι ηθοποιών. Προσφέρει στις θεατρικές ομάδες έναν ελκυστικό χώρο για να υλοποιήσουν τις παραστάσεις τους.
Η θεατρική συλλογικότητα του Νικόλα Σπανού παρουσιάζει τώρα εκεί ένα από τα πρώτα μονόπρακτα του Τσέχωφ, «Η Αρκούδα», ένα έργο γραμμένο το 1888. Ο συγγραφέας περιγράφει το έργο του ως αστείο και μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει τον όρο αυτό εάν αντιληφθεί πως ο συγγραφέας συγκεράζει στο έργο του την γαλλική παράδοση στην κωμωδία και την ρωσική ψυχή. Ο τόπος του δράματος είναι αντίστοιχος με εκείνους σε μεταγενέστερα έργα του Τσέχωφ: μια φάρμα στη ρωσική ύπαιθρο. Όμως, η κατάσταση διαφέρει. Δύο χαρακτήρες συντετριμμένοι από τη ζωή συγκρούονται· δύο εκκεντρικοί άνθρωποι, θα έλεγε κανείς, η γαιοκτήμονας-χήρα Έλενα Ιβάνοβνα Πόποβα και ο υπολοχαγός Γκριγκόρι Στεπάνοβιτς Σμιρνόφ. Εκείνη, ένα χρόνο μετά το θάνατο του συζύγου της, βουτηγμένη ακόμη στον θρήνο. Ενώ εκείνος εγκλωβισμένος από τα χρέη. Ο Σμιρνόφ της επιτίθεται βάρβαρα διεκδικώντας τις οφειλές του αποθανόντος συζύγου της και αρνείται να αποχωρήσει δίχως την αποπληρωμή τους, φτάνοντας στο τέλος να την προκαλέσει σε μονομαχία. Αντί αυτού, όμως, καταλήγουν να προσεγγίζουν ο ένας τον άλλον προς μεγάλην έκπληξη του σοφού υπηρέτη Λουκά. Η αλλόκοτα κωμική και συνάμα μελαγχολική υπόθεση εύκολα εκλαμβάνεται ως αστεία, έχοντας μια νότα κοινωνικής κριτικής.
Ο σκηνοθέτης Νικόλας Σπανός δημιούργησε ένα εκπληκτικό σύμπαν από μικρές λεπτομέρειες, αντλώντας από την εποχή και τις συνθήκες συγγραφής του έργου, και τις αναδεικνύει ισορροπώντας τέλεια μεταξύ ρωσικής εσωστρέφειας και γαλλικής σπιρτάδας. Είναι μια απόλαυση να βλέπει κανείς πώς η Πόποβα και ο Σμιρνόφ περιτριγυρίζουν ο ένας τον άλλον σαν πληγωμένα ζώα, παραμονεύουν, έλκονται και απωθούνται. Ο Σπανός ανέπτυξε μια εντυπωσιακή χορογραφία των σωμάτων συμπεριλαμβάνοντας και τον υπηρέτη Λουκά. Στον ρυθμό των μεταβαλλόμενων αστερισμών συντονίζονται με ακρίβεια οι εναλλαγές στην εκφορά του λόγου: από τον οικείο ψιθυρισμό ως την τραχιά κραυγή, υπάρχουν όλα. Οι ηθοποιοί, Κατερίνα Τσακανάκη ως Πόποβα, Μιχάλης Ζαχαρίας ως Σμιρνόφ και Κωνσταντίνος Μπλάθρας ως Λουκάς μεταφέρουν στο σανίδι τη σύλληψη του σκηνοθέτη με εξαιρετικές ερμηνείες. Ο σκηνοθέτης δημιουργεί από την πρώτη συνάντηση των ηθοποιών Τσακανάκη και Ζαχαρία μια υπόκωφη ένταση, την οποία ενδυναμώνει και απελευθερώνει εναλλάξ, γεγονός που αποκαλύπτει την υψηλή τέχνη του. Έτσι, τα τεκταινόμενα μένουν πάντα ελαφρώς μετέωρα. Η Βασιλική Σπανού δημιούργησε με τα κουστούμια και τα σκηνικά αντικείμενα ένα σκηνικό που με εύστοχους συμβολισμούς υπογραμμίζει τη δράση και το κρυφό της νόημα. Ο καναπές ανάμεσα στην καρέκλα, που προορίζεται για τους καλεσμένους, και την ορφανή θέση του αποθανόντος: δημιουργείται μια εικόνα που υπηρετεί την κεντρική ιδέα της δράσης και γι αυτό ολοκληρώνεται με τη σκηνή όπου ο Σμιρνόφ, στην απόπειρα του να κρυφτεί πίσω από το τραπέζι με τη φωτογραφία του μακαρίτη, ρίχνει τη φωτογραφία και ξαφνικά ξεπροβάλλει στη θέση της το δικό του κεφάλι. Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει πολλές άλλες τέτοιες λεπτομέρειες. Η μουσική του Θέμη Τελόγλου συμπληρώνει και διευρύνει με τους ήχους της με τον πιο ταιριαστό τρόπο τη σκηνική δράση. Η μουσική, διακριτική υφολογικά, χαρίζει στη δράση δομή και ανάσες. Στο τέλος, η μουσική μας παρασύρει σε έναν χορό και η ένταση απελευθερώνεται. Τέλος, θα πρέπει να δώσω συγχαρητήρια στον Πολυδεύκη Κυρλίδη για τους φωτισμούς του.
Ο Νικόλας Σπανός και η ομάδα του πετυχαίνουν μια συγκινητική και δροσερή παράσταση.

Δύσκολα κανείς εξέρχεται από αυτήν τη θαμβωτική κατάσταση με αυτήν την αλλόκοτα υπέροχη παραγωγή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου